4/8/11

Εμπειρία: Διακοπές με ένα παιδί 17 μηνών.

          
            Αυτή ήταν μια αληθινά καινούργια εμπειρία. Πέρυσι ο μικρούλης ήταν 5 μηνών, πήγαμε στο εξοχικό για 5 μέρες, δεν μετράει. Φέτος όμως, έκανα τη λίστα μου- που ναι τύπωσα στον υπολογιστή για να την έχω και τις επόμενες φορές – φορτώσαμε τα μπαγκάζια μας και ξεκινήσαμε. Πρώτη στάση το εξοχικό. Ο μικρός ξετρελάθηκε με τη θάλασσα, σιχάθηκε την άμμο, αλώνισε στον κήπο, έπαιξε με τα νερά και μας ξεθέωσε. Το εξοχικό είναι μια μικρούλα μεζονέτα, δυο δωμάτια πάνω, σαλόνι κουζίνα κάτω, έχει σύνολο τρεις διαφορετικές σκάλες (από την κουζίνα στα δωμάτια, από την κουζίνα στο σαλόνι, από την βεράντα στον κήπο) τις οποίες ο μικρός λατρεύει. Πάνω στις 5 μέρες step παραδώσαμε το πνεύμα και γυρίσαμε ηττημένοι στην Αθήνα. Το διαμέρισμα μας που δεν έχει ίχνος σκάλας κι ο μικρός μπορεί να πηγαίνει από το ένα δωμάτιο στο άλλο μόνος του μας φάνηκε παράδεισος.

            Δεύτερη εβδομάδα διακοπών, Ζάκυνθος στα πεθερικά. Πλύσιμο, σιδέρωμα, λίστα, βαλίτσες φόρτωμα και ξανά στο δρόμο. Ο σκιουράκος την πάλεψε παλικαρίσια στην 5 ωρη διαδρομή ως την Κυλλήνη (πως με το παιδί οι 4 ωρες διαδρομές γίνονται 5 ωρες είναι απορίας άξιο), χάζευε τα τούνελ φωνάζοντας «τούελ» μόλις μπαίναμε, «πάει» μόλις βγαίναμε και μετά «κι άλλο….» για να έρθει το επόμενο. Στο πλοίο αλώνισε μέσα, αλώνισε έξω, το ευχαριστήθηκε, έψαχνε τον «τάνιο»(καπετάνιο) έβλεπε τους γλάρους κι έλεγε …. «ντάρι». Μια όαση. Οι 5 μέρες στην Ζάκυνθο πέρασαν εξαιρετικά, ο συνδυασμός έχω κάπου να αφήσω το παιδί όταν θέλω, αλλά μπορώ να το ζουζουνίσω και να το πάω παραλία, μαζί με τη σοφή κίνηση να φέρουμε τους νονούς μαζί για να έχουμε κι εμείς παρέα ήταν εξαιρετικός. Το αποκορύφωμα ένα γλέντι που στήσαν το τελευταίο βράδυ τα πεθερικά όπου δυο γενιές μπεκρήδων, προσπάθησαν μάταια να ξυπνήσουν την τρίτη γενιά- τον σκιου- που κοιμόταν από τις 9 στο μέσα δωμάτιο.

            Τις τελευταίες 4 μέρες τις περάσαμε στην Κεφαλλονιά. Περάσαμε με τον σκυλοπνίχτη ανάμεσα στα δυο νησιά- εγώ με φοβερή ναυτία γιατί ο συνδυασμός έχω κοιμηθεί 4 ώρες, έχω γίνει στουπί στο γλέντι και μαζεύω βαλίτσες μωρού στις 7 η ώρα το πρωί δεν είναι ποτέ ιδανικός και φτάσαμε στο όμορφο χωριουδάκι όπου θα παντρευόταν η κολλητή φιλενάδα μου και θα ήμουν και κουμπάρα. Εδώ πια το παιδί έδωσε ρέστα, είχε μαμά μπαμπά όλη μέρα, τους νονούς που λατρεύει και όλους τους κολλητούς μας φίλους που τους ξέρει με το όνομά τους να πιλατεύει. Του πιάσανε τζιτζίκια, τον παίξανε στα γρασίδια, τον θαύμασαν στον γάμο που έμεινε ξύπνιος ως τις…11(ρεκόρ). Εμείς θυμηθήκαμε τα φοιτητικά μας χρόνια με τις χαλαρές παρέες των διακοπών που ξύπναγες κι όλο και κάποιος θα μπορούσε να πάει για μπάνιο μαζί σου, περάσαμε εξαιρετικά και υποσχεθήκαμε στην έγκυο κουμπάρα μου του χρόνου που θα πήζει στο νησί με το μωρό να το ξανακάνουμε.

            Ο μικρός έχει μια μικρή γκρίνια τώρα που γυρίσαμε. Κατανοητό, όταν ο παππούς σε έχει αγκαλιά και σου πιάνει τζιτζίκια, όταν βλέπεις τις λατρεμένες σου «μάι» ( γάτες) από κοντά, όταν ο νονός σε χαϊδεύει όλη μέρα και ο μέλλων γαμπρός σου πιάνει…τζιτζίκια 3 ώρες πριν το γάμο του, τότε μάλλον φαντάζουν βαρετοί οι τοίχοι του σπιτιού. Ο απολογισμός μας….


            -        Τον ρωτάς τι πίνει ο νονός και απαντάει…. Μπία, κασι, και ούζο. «Και πώς γίνεται όταν πίνει;» «Πίτα»!

-        «Τί λέει η Λιάνα;» «Μπίι, μπίι» ( μπίρι μπίρι….)

-        Έρχεται το γκαρσόνι, ρωτάει «Τί θα πάρετε;» «Πίτστστσα», του απαντάει ο μικρός.

-        Τί ήταν η μαμά στο γάμο; «Μπάα» (κουμπάρα)

      -        «Τί έχεις στην πάνα σου;» «Ζουζούνι», ολόκληρο και με χαμόγελο πονηρό

-        «Τί πιάνει ο παππούς» «Τζιτζίκια», πάλι ολόκληρο.

Μετά από όλα αυτά, άμα ξυπνήσει στον ύπνο του παραμιλάει για να ξανακοιμηθεί «νονός», «τζιτζίκια», «ποιο» (πλοίο), «εδομή» (εκδρομή). Ξύπνιος βουτάει το μαγιώ του, το βάζει πάνω από την πάνα του- του κρέμεται σαν ουρά- και φωνάζει θριαμβευτικά «μαγιώωωω» σε όλο το σπίτι. Εμπειρία   

3/7/11

Ελευθερία ή σκιου



Μπαίνω ώρες ώρες στον πειρασμό μιας πιο ελεύθερης ζωής. Ακούω για εκδρομές, εξόδους, ακόμα και για κάμπινγκ, που δεν έχω πάει ποτέ στη ζωή μου και μάλλον δε θα ήθελα κιόλας, και ζηλεύω. Είμαστε σε μια ηλικιακή φάση στην παρέα μου που οι μισοί είναι παντρεμένοι με παιδιά ή περιμένουν παιδιά για την ακρίβεια κι οι άλλοι μισοί ελεύθεροι χωρίς καν προοπτική γάμου στον άμεσο ορίζοντα. Αυτές οι δυο ταχύτητες δημιουργούν μια περίεργη αίσθηση και από τις δυο πλευρές. Από την μια οι ελεύθεροι της παρέας έχουν πέσει με τα μούτρα στον σκιου και τον λατρεύουν από την άλλη εγώ έχω αρχίσει λιγάκι να ζηλεύω ξανά την αλήτικη ζωή. Φυσικά μπορώ να πάω κι εγώ εκδρομή αλλά πρέπει να την έχω οργανώσει, να πάρω ένα αυτοκίνητο πράγματα μαζί, να έχω συνέχεια το νου μου. Ένα παιδί είναι δουλειά πλήρους πλήρους απασχολήσεως, όχι 8ωρη ή 10ωρη, 24ωρη. Και επειδή μάλλον θα περάσει μια δεκαετία για να μπορώ να ανεξαρτοτητοποιηθώ κάπως κι εγώ και ο μικρός καλά θα κάνω να το συνηθίσω.

22/6/11

Σκέψεις για ένα δεύτερο παιδί



               Η κοινή φράση «Ένα παιδί ίσον κανένα» τριγυρίζει στο μυαλό μου, και δε με αφήνει. Οι γύρω μου, ελάχιστοι, που αποκτούν δεύτερο παιδί μιλούν για μια κατάσταση απάλευτη ειδικά αν πρόκειται για εργαζόμενες μητέρες. Από την άλλη τώρα είναι η ώρα αν θέλω πρώτον τα παιδιά μου να έχουν μια λογική διαφορά ηλικίας και να έχουν μια κάποια σχέση μεταξύ τους και εγώ κάποιο στιγμή στα επόμενα πέντε χρόνια να βγω βράδυ από το σπίτι. Ο καθένας μεγαλώνει τα παιδιά του όπως θέλει και μπορεί. Εγώ ακόμα δεν τον έχω αφήσει χωρίς έναν από τους δυο μας τα βράδια, και υπολογίζω πως τόσο θα μου πάρει και για το δεύτερο παιδί να το σκεφτώ. Δεν αντιλέγω πως τόσα και τόσα παιδιά μεγάλωσαν καλά και με άλλους τρόπους. Αυτός είναι ο δικός μας.
            Νιώθω πιεσμένη με το ένα παιδί ως έχει. Δεν έχω ώρα που να είναι δική μου, δουλεύω πολλές ώρες και νιώθω τύψεις, κάποιες φορές εκνευρίζομαι με τον άντρα μου για πράγματα που αν δεν υπήρχε το παιδί δεν θα έδινα καν σημασία. Υποθέτω πως αυτά θα μεγιστοποιηθούν με ένα δεύτερο παιδί που θα έχει κι αυτό ανάγκες επιτακτικές όπως κι ο σκιου, που θα κάνει το συνεχές, κουραστικό πρόγραμμα ενός νηπίου ακόμα πιο κλειστό και δύσκολο.
            Από την άλλη άρχισα να ζηλεύω κοιλίτσες. Στην αρχή το έκανα από καθαρά ωφελιμιστικούς λόγους, δεν μου έδιναν πια καμία σημασία, σα να μην υπήρχα, ενώ όταν ήμουν έγκυος ήμουν το κέντρο του κόσμου. Τώρα ξέρω πως αυτό δεν θα ξανασυμβεί. Και έγκυος να είμαι, πάλι το κέντρο του κόσμου θα είναι ο σκιουράκος. Αλλά έχω την σωματική λαχτάρα για ένα ακόμα πλάσμα που θα φωλιάσει στα σωθικά μου από μια ιερή στιγμή έρωτα και θα μεγαλώσει εκεί, σπιθαμή σπιθαμή μέχρι να γίνει ανθρωπάκι. Με συναρπάζει η ιδέα, η διαδικασία, το κορμί μου. Βιολογικό ρολόι το λένε και χτυπάει.
            Φοβάμαι βέβαια μην στερήσω από το παιδάκι μου πράγματα. Με πιάνει ένας τρόμος με την οικονομική κατάσταση, που τώρα πια, όπως για όλους, δεν είναι είδηση στην τηλεόραση, αλλά έχει φτάσει στο κατώφλι μας και μας χτυπάει επιτακτικά την πόρτα. Μέχρι και σκέψεις πως θα πεινάσουμε κάνω, κάτι κατοχικά σύνδρομα μπερδεμένα στο DNA μου μού ξυπνούν. Παραδόξως πια δεν φοβάμαι πως θα του στερήσω συναισθηματικά. Ξέρω πως η αγάπη μου για το γιο μου είναι αναντικατάστατη, αμέτρητη και κυρίως ατελείωτη. Και τώρα πια έχω τη σιγουριά πως έτσι θα είναι για οποιοδήποτε παιδί θα μεγαλώνει μαζί μας. Βιολογικό ή μη.

10/6/11

Οξεία μπαμπακιάση

Από αυτή την πολύ σοβαρή ασθένεια πάσχει ο αγαπητός υιός μου. Δεν τολμά ο μπαμπάς του να πάει για κατούρημα και ο μικρός κλαίει γοερά στην πόρτα του, το βράδυ αν ξυπνήσει σπάνια παρηγοριέται με μανούλα, συνήθως θέλει μπαμπάκα και η πρώτη μας λέξη το πρωί είναι …..μπαμπάαααααααααααα. Ομολογουμένως εγώ δουλεύω πολλές ώρες και ο μπαμπάς μας λίγες. Εγώ λείπω συνέχεια και ο σκιουρομπαμπάς εκτελεί χρέη μαμάς και μπαμπά μαζί. Αλλά με πονάει. Με πονάει φρικτά που αντί για την αγκαλιά της μανούλας, η παρηγοριά είναι η αγκαλιά του μπαμπάκα. Με κάνει να νιώθω αποκομμένη, κάποτε ζηλεύω κιόλας. Αν τον πάρουμε μαζί μας στο κρεβάτι σφηνώνεται πάνω στον μπαμπά του και δε φεύγει με τίποτα.
            Δεν είμαι αχάριστη, έχουμε τις στιγμές μας, γεμάτες χάδια και φιλιά και πεταμένα μακαρόνια, κι αγάπες και γέλια και παιχνίδια, και τραγούδια και γαργαλητά. Όπως δηλαδή θα είχε ένας τυπικός… μπαμπάς που γυρίζει από την πολύωρη δουλειά στο παιδάκι του. Αλλά αυτό εμένα δε μου φτάνει, πάει ενάντια σε όλα μου τα ένστικτα. Για μένα έπρεπε να ξεροσταλιάζει έξω από την τουαλέτα ο γιος μου. Τελεία και παύλα.
            Από την άλλη ανησυχώ κιόλας λίγο. Δεν ξέρω αν νιώθει αποκομμένος από την ίδια του τη μαμά, αν αυτή η προσκόλληση στον γονιό του ίδιου φύλου είναι υγιής ή όχι. Κι είναι στιγμές που η κούραση αλλά και το άγχος της δουλειάς με καταβάλει, που κάνω προσπάθεια να ανταποκριθώ με χαμόγελο στο άνοιγμα της πόρτας μόλις γυρίσω, στο ότι δεν με αφήνει να βγάλω τα παπούτσια και να πλύνω τα χέρια μου. Στο τέλος της μέρας η δουλειά, ο σκιου και το σπίτι με αφήνουν νοκ άουτ. Και μου μένουν λίγα χάδια για καληνύχτα παρηγοριά πως δεν αγαπάει μόνον τον μπαμπά του.

Υ.Γ. Ο άντρας μου- ύπουλο πλάσμα- τον έχει μάθει να απαντάει στην ερώτηση «Πόσο αγαπάς την μανούλα» «Πολιυ….» και να δείχνει με τα χεράκια. Λιώνω…. Αλλά θα ήθελα να του το μαθαίνω εγώ για τον μπαμπά του.

4/6/11

Τα... μουλαράκια


Καταλαβαίνω την ανησυχία των μανάδων για την ανάπτυξη των παιδιών. Κατανοώ πλήρως γιατί έχουν σημασία τα γραμμάρια και τα εκατοστά στο ύψος, οι καμπύλες, και τα αναπτυξιακά «επιτεύγματα» των μωρών, αχ χαμογελάει από δέκα ημερών, στήριζε το κεφάλι του μόλις γεννήθηκε κτλ. Αυτό που δεν καταλαβαίνω είναι τη σύγκριση με το μωρό του διπλανού, λες κι είναι αγώνας δρόμου τα βασικά στοιχεία της ύπαρξης. Αυτή η νοοτροπία φέρνει συμπεριφορές όπως αυτές που θα σας διηγηθώ παρακάτω.
 
Είναι ένα τρίχρονο αγόρι, ίσως και λίγο περισσότερο, που δε μιλάει. Η μανούλα του το πηγαίνει σε λογοθεραπευτή, έχει ήδη τις αγωνίες της για το μέλλον. Έχουν βγει στην παιδική χαρά. Εκεί έχει κι άλλα τρίχρονα και τετράχρονα αγόρια, που σχηματίζουν σχεδόν αμέσως μια αγέλη που στην αρχή λεκτικά και μετά με μπουνιές και γροθιές βάζουν το αγόρι που δε μιλάει και δεν αντιστέκεται στη μέση και το βασανίζουν. Οι μαμάδες των «φυσιολογικά ομιλούντων» παιδιών ατάραχες, μετά από πέντε λεπτά η μανούλα του τρίχρονου δεν αντέχει και βάζει τις φωνές στην αγέλη. Την κοιτούν απαθέστατα κοντά στα διακόσια άτομα που έχει η παιδική χαρά. Το τρίχρονο απομονώνεται ακόμα περισσότερο, η μαμά του θυμώνει και ανησυχεί, οι υπόλοιπες μανάδες άφαντες. Ούτε ένα συγγνώμη.
 
Ε, λοιπόν αυτό ξεκινάει από τον «αγώνα δρόμου» για τη φυσιολογικότητα. Από το πότε μίλησε και πότε περπάτησε. Εγώ που δεν ήμουν και θέλω να πιστεύω πως θα συνεχίσω να μην είμαι προληπτική αποφεύγω να λέω πως ο μικρός είναι πολύ αναπτυγμένος λεκτικά, πως λέει δεκαπέντε μηνών πολλά και καταλαβαίνει ακόμα περισσότερα, πως λιώνω, κάθε πρωί που μπαίνω στο δωμάτιο και λέει «μαμά, τζούρι…» για να του ανοίξω το… πατζούρι. Αλλά δεν αποφεύγω να λέω πως δεκαπέντε μηνών κι ακόμα μόνος του δεν περπατάει, αν και συμπληρώνω συχνά πως περπατάει άμα του κρατάς το χεράκι, ίσως με κάποια ντροπή που δεν πιάσαμε ακόμα τον αναπτυξιακό «στόχο». Ε, λοιπόν στο διάβολο οι στόχοι μας, γιατί αν στα τρία του το παιδί μου βασανίζει ένα άλλο παιδάκι κι εγώ κάτσω σαν ατάραχη μουλάρα και του ταΐζω το γιαουρτάκι, τότε ο στόχος σίγουρα, μα σίγουρα δεν έχει επιτευχθεί.

11/5/11

Φοβάμαι

Πέρα από κάθε αίσθηση , φοβάμαι, φοβάμαι πως τώρα που έγινα μητέρα θα πάψω να είμαι οτιδήποτε άλλο. Από την μια τώρα ξεχωρίζουν τα σημαντικά και μένουν τα άλλα πίσω, χωρίς καμία ντροπή, χωρίς καν την αίσθηση της αυτοκαταστροφής που θα με συντρόφευε άλλοτε. Τα ξεχωριστά φωσφορίζουν, το μωρό, ο άντρας μου, η λογοτεχνία. Αυτά. Τα άλλα, το σπίτι, η δουλειά, το μαγείρεμα, που κάποτε μου φαίνονταν πιο ουσιαστικά και σημαντικά από ότι είναι ξεθωριάζουν. Η ζωή μου έπρεπε να μπει σε δεύτερη μοίρα για να κατανοήσω τί είναι αυτό που με νοιάζει.
Θεωρώ αυτονόητη την λυσσαλέα αγάπη που έχω για το γιο μου, κι όμως φοβάμαι, μην καταντήσω ένα άμοιρο πλάσμα που δεν κατόρθωσε τίποτα. Είμαι 33.... Ούτε λίγα ούτε πολλά. Δεν είμαι μεγάλη για να κυνηγήσω τα όνειρα μου, για να ακούσω την ψυχή μου. Αλλά έχω κι ένα παιδί που πρέπει να φάει. Φοβάμαι, μην καταντήσω εκείνη η μάνα που θέλει να ζήσει το παιδί της τη ζωή που δεν έζησε. Δυστυχισμένο παιδί, δυστυχισμένη μάνα.

Μόνο θλίψη

Ομολογώ πως ένα χρόνο πριν, στην τραγική ιστορία της marfin είχα συγκλονιστεί, όχι μόνο από το χαμό τριών ανθρώπων, αλλά από το χαμό μιας εγκύου. Επαναλάμβανα συνέχεια με ένα πείσμα κακό, τέσσερις άνθρωποι, τέσσερις άνθρωποι χάθηκαν. Η σημερινή ιστορία με έχει ακόμα περισσότερο ταρακουνήσει. Με τη σθένος πήγε αυτή η γυναίκα να γεννήσει και πως θα κρατά αγκαλίτσα το μωρό της, τί θα πει στο άλλο της παιδάκι, χωρίς να γυρνούν ανόητα πράγματα στο μυαλό της, όπως «Κι αν δεν τον είχα πρήξει να μην ξεχάσει την κάμερα;». Δεν μπορώ καν να διανοηθώ πως.

Πριν γίνω μητέρα θεωρούσα πως παιδιά κάνει όλος ο κόσμος. Όμως παρ’ όλο που αυτό είναι μια γενική αλήθεια, το παιδί που κάνεις εσύ σε σημαδεύει, είναι το σπουδαιότερο επίτευγμα, όποιος κι αν είσαι, ό,τι άλλο κι αν έχεις καταφέρει. Ο άνθρωπος αυτός έφυγε ένα από τα σημαντικότερα ξημερώματα της ζωής του, έτσι ξαφνικά, χωρίς να φταίει, χωρίς να το περιμένει. Είναι η «τύχη» του καθενός, η μοίρα; Είναι κάτι τόσο αναπότρεπτα κακό που δεν μπορείς παρά να κάτσεις σπασμένος. Δεν έχεις τί να πεις γιατί πολύ απλά δεν υπάρχουν λόγια.

Εγώ το μόνο που εύχομαι είναι να προστατευτούν μητέρα και παιδάκια από την οργή, από την ανάγκη για εκδίκηση. Η θλίψη είναι τεράστια, όλη η Ελλάδα πενθεί μαζί τους, δεν χρειάζονται άλλη αρνητικότητα.




5/5/11

Δυο γαμημένες ώρες

Χθες το απόγευμα έκανα κάτι που δεκατέσσερις μήνες τώρα δεν έχω ξανακάνει, γύρισα από τη δουλειά κι ενώ ήταν να φυλάξω μόνη μου τον μικρούλη και να έχω τόσες ώρες δικές μας, προτίμησα για 2 από τις 5 ώρες να τον πάω στη μαμά μου. Ήμουν στα όρια μου. Το ξέρω ότι τον βλέπω λίγο, πως έχω μόνο δυο απογεύματα την εβδομάδα και το ΣΚ για να είμαι μαζί του, πως τις άλλες μέρες γυρίζω στις 9, πίνουμε γάλα, κάνουμε μπάνιο και πάει για ύπνο. Τα ξέρω όλα αυτά, κι όμως για δυο ώρες τον άφησα. Δεν έκανα τίποτα σημαντικό, λίγη γυμναστική, ένα μπάνιο, λίγο μαγείρεμα. Κι όμως νιώθω ανανεωμένη, δεν έχω πια διάθεση να κλάψω, δεν αισθάνομαι πια η πιο χοντρή και άσχημη γυναίκα στον κόσμο.
 
 
Οι παππούδες ξετρελάθηκαν από τη χαρά τους που θα τον είχαν ολόδικο τους σπίτι τους, ο μικρός γύρισε μες στα γέλια και τις αγάπες. Τότε γιατί νιώθω τόσες τύψεις, δεν ξέρω. Δυο ώρες, ούτε δυο μέρες, ούτε δυο μήνες. Πως άλλαξαν έτσι οι προτεραιότητες μου κι έπεσα τόσο με τα μούτρα, δεν το κατάλαβα. Εντάξει είμαι γυναίκα και κάθε γυναίκα είναι βιομηχανία τύψεων. Αλλά δυο ώρες;
 
 
Ίσως να έχω εκπαιδευτεί να κάνω πάντα το "σωστό". Να είμαι πάντα "τέλεια". Και τώρα που αυτό είναι αδύνατο, κάτι μέσα μου σπάει. Χθες, ξέχασα πως έχουμε επέτειο 8 χρόνων με τον άντρα μου. Ακόμα και πέρυσι με ένα λεχούδι, το θυμόμουν, και μάλιστα με ένταση. Τώρα με ένα μεγαλύτερο παιδάκι, το ξέχασα. Κάποιες φορές δυσκολεύομαι για τα βασικά, να φτιάξω ένα φαγητό της προκοπής, να κάνω ένα μπάνιο, να λειτουργήσω επαγγελματικά. Νιώθω να βουλιάζω. Κι όμως δεν έχω κατάθλιψη, δεν ξυπνάω και κοιτάω το ταβάνι, δεν σέρνομαι από κρεβάτι σε κρεβάτι, το αντίθετο. Σηκώνομαι το πρωί χωρίς να χουζουρέψω, κάνω ένα σωρό δουλειές, ξυπνά ο μικρός, του δίνω γάλα, πάω στη δουλειά, γυρίζω, τον ταΐζω, τον παίζω, ξαναπάω στη δουλειά, γυρίζω του δίνω γάλα, τον κάνουμε μπάνιο, είναι δέκα η ώρα και καταρρέω. Αλλά όχι, τότε μαγειρεύω, γράφω, πρέπει να κάνω μπάνιο, δουλειές του σπιτιού, γυμναστική, α, και να χαλαρώσω με τον άντρα μου, να πω δυο κουβέντες, να θυμηθούμε πως είμαστε ανδρόγυνο. Όλα αυτά 10 με 11. Κάποτε τα καταφέρνω και κάποτε όχι.
 
 
Δυο ώρες. Ο μικρούλης δεν έχει κοιμηθεί ποτέ εκτός σπιτιού, δεν τον έχει φυλάξει κανείς πάνω από τρίωρο, κι αυτό αν δουλεύουμε κι οι δυο μαζί (που συμβαίνει ένα απόγευμα την εβδομάδα), πάντα είναι με έναν από τους δυο μας. Με έναν.... Δυο γαμημένες ώρες, και τις σκέφτομαι ακόμα. 

22/4/11

Σκιουράκος

Όταν ξεκίνησα το μπλογκ δεν είχα κανέναν ενδοιασμό, μόνο απίστευτο ενθουσιασμό για αυτό το μωρό που με κατέλαβε εξ απήνης και με γέμισε ανάκατα συναισθήματα. Πέρασα ωστόσο μια φάση που φοβήθηκα, φοβήθηκα την έκθεση, την επίθεση από κάποιον άγνωστο, ανώνυμο ή επώνυμο. Διατηρώ δυο μπλογκ και μια ανάλογη κατάσταση στο άλλο με έβαλε σε σκέψεις. Στο κάτω κάτω εδώ δεν μιλάω για μένα, αλλά για το παιδί μου. Ακόμα δεν είμαι σίγουρη πως έχω το δικαίωμα. Πάντως ο ενθουσιασμός μου κι η ανάγκη μου να γράψω για τον μικρούλη δεν έσβησαν, κι έτσι αποφάσισα να το συνεχίσω.


Λοιπόν ήμουν ανέτοιμη για αυτό που μας συνέβη. Όσο κι αν ζητούσα από τον σύντροφο μου παιδί, δεν ήμουν προετοιμασμένη. Δεν συναναστρεφόμουν άλλα μωρά, οι φίλες μου δεν ήταν παντρεμένες, έγκυες ή μάνες, ούτε οι ξαδέλφες μου, με λίγα λόγια δεν ήξερα την τύφλα μου. Ήθελα παιδί γενικά κι αόριστα.

Στην διάρκεια της εγκυμοσύνης διάβασα βιβλία, ενημερώθηκα από το ίντερνετ, κατάλαβα δυο τρία πράγματα για το θηλασμό…. Και μετά γεννήθηκε ο σκιουράκος. Ένα μωράκι που έκλαιγε απελπισμένο, που με μασουλούσε κάθε δυο ώρες, που κοιμόταν μάξιμουμ μια ώρα σερί. Τους πρώτους δυο μήνες με εξόντωσε, ο άντρας μου δούλευε από τις 7 το πρωί ως τις 10 το βράδυ σερί, η μαμά μου δούλευε, η πεθερά μου δούλευε, όλοι δούλευαν, και για πρώτη φορά η μόνη που δεν δούλευε ήμουν εγώ. Αλλά τελικά κι εγώ δούλευα. Είμαι άνθρωπος του ύπνου, το ίδιο κι ο άντρας μου. Κι όμως επιβιώσαμε με τα μισάωρα και τα σαρανταπεντάλεπτα. Γιατί αυτό το μικρό αστεράκι μας είχε ανάγκη. Κι έπειτα το ίδιο παιδί, που δεν κοιμόταν στάλα, άρχισε να κοιμάται, η ζωή μας μπήκε σε μια σειρά κι έγινε… διαφορετική.

Σήμερα ο σκιουράκος είναι 14 μηνών. Δεν περπατάμε ακόμα μόνοι, μόνο όταν κρατάμε χεράκια αλωνίζουμε. Αλλά μιλάμε. Κι έχω την αίσθηση πως αυτά τα λογάκια είναι που τον κάνουν παιδάκι πια. Κι ας μην περπατάει. Κάθε μέρα λέει κι από μια καινούργια λέξη, ξέρει πως «κάνει» ένα νέο ζωάκι, ονομάζει ένα καινούργιο φρούτο. Μας γεμίζει μια αλλόκοτη περηφάνια και χαρά. Κι ας λέει τον νονό του… νονάααααααα, με στόμφο, το νερό…νερά και τον καφέ…. κακά. Μου αρέσει τόσο η επικοινωνία μαζί του, το ύφος του όταν τον διορθώνουμε, κι ακόμα περισσότερο το ύφος του θριαμβευτή όταν βεβαιώνεται πως όντως το βατραχάκι κάνει «κουάκ» και ο κούκος «κούκου» και όλοι τον κοιτάνε με θαυμασμό.

Μου κάνει εντύπωση η πρόοδος του, αλλά από την άλλη κι εγώ περπάτησα 18 μηνών και η μαμά μου λέει πως ήμουν ένα τρομακτικό μωρό που έκανε κανονικά προτάσεις χωρίς λάθη αλλά δεν περπατούσε. Τί να κάνουμε. Ο κάθε άνθρωπος έχει τους χρόνους του. Προς τον παρόν λέω να απολαύσω το τώρα, αυτό που μας γεμίζει μια χαρά αλλόκοτη και διαφορετική από οτιδήποτε άλλο, που δεν την περιμέναμε, δεν την είχαμε ανάγκη γιατί δεν την ξέραμε αλλά δεν θα την αλλάζαμε με τίποτα στον κόσμο.

2/3/11

Ενός έτους!



Το μωράκι μου έγινε ενός έτους κι εγώ δεν συγκινήθηκα. Πολύ. Το είχα υποσχεθεί στον εαυτό μου, τον έβαλα βαθιά μέσα μου αυτόν τον χρόνο, δε χρειαζόταν να το εξωτερικεύσω. Αυτές τις τελευταίες μέρες η ανάγκη για να διαλαλήσω σε όλον τον κόσμο πως είμαι μαμά αυτού του εξαίσιου παιδιού καταλαγιάζει. Θέλω μόνο να περνώ ώρες μαζί του.


Με ξαφνιάζει η ατελείωτη ενέργεια του για παιχνίδι, για κρυφτό, για αγκαλίτσες, για χαδάκια, για μπουσουλογήματα. Όσες φορές και να φωνάξω «Που ‘ν΄ το το παιδί», δεν είναι αρκετές για την ακόρεστη δίψα του να παίξουμε «Ταααα». Μου μαθαίνει πράγματα. Μου μαθαίνει τα όρια της ξεκούρασης. Αυτό που δεν μας έμαθαν οι μαμάδες μας. Όταν μπαίνω στο σπίτι προτεραιότητα έχουν οι αγκαλίτσες, μετά τα παιχνίδια. Αν κοιμηθεί, τότε κάνω δουλειές, ή όταν είναι μέρος του παιχνιδιού. Αυτό για ένα τελειομανές νευρόσπαστο σαν εμένα είναι αδιανόητο. Μπαίνοντας από τη δουλειά πάντα τριγύριζα σαν το σίφουνα κι όταν τα είχα σαρώσει όλα στο διάβα μου, μόνο τότε καθόμουν. Τώρα πρώτα κάθομαι. Απίστευτο.

Τρελαίνομαι όταν δοκιμάζει τα φαγητά μου. Το άχαρο στάδιο της χορτοκρεατόσουπας έληξε κι άρχισαν τα όμορφα. Κάποιος τρελαίνεται για σπανάκι, αλλά τα κολοκυθάκια δεν είναι το καλύτερο του. Τρώει τις «βίδες» ολόκληρες αλλά θέλει τις χυλοπίτες κομμένες, του αρέσουν οι μελιτζάνες μέσα στο κοκκινιστό και τα ψητά ψάρια. Την ψαρόσουπα την τρώει με δυσκολία, το ίδιο και το κοτόπουλο στο φούρνο. Κι αυτά όλα τα ανακάλυψα μέσα σε 15 μέρες που τρώμε κανονικά.

Νόμιζα πως θα λιώσω την πρώτη φορά που είπε μαμά. Μα αυτός άρχισε να λέει μαμά και μπαμπά σχεδόν ανεπαίσθητα, μέχρι που όταν πειστήκαμε πια πως τα εννοεί είχαν χάσει κάτι από την κοσμοιστορικότητα τους. Λέει 3-4 λέξεις, μαμά, μπαμπά και που (παππού) και γεια και ήλια (ζήλια) αλλά καταλαβαίνει. Τόσο που ώρες ώρες ντρέπομαι πια να μιλάω μπροστά του. Τρελαίνομαι να του λέω σ’ αγαπώ, γιατί χαμογελάει με το πιο βαθύ του χαμόγελο.

Κι ακόμα δεν έχει περπατήσει. Έχουμε δρόμους.