Αυτή ήταν μια αληθινά καινούργια εμπειρία. Πέρυσι ο μικρούλης ήταν 5 μηνών, πήγαμε στο εξοχικό για 5 μέρες, δεν μετράει. Φέτος όμως, έκανα τη λίστα μου- που ναι τύπωσα στον υπολογιστή για να την έχω και τις επόμενες φορές – φορτώσαμε τα μπαγκάζια μας και ξεκινήσαμε. Πρώτη στάση το εξοχικό. Ο μικρός ξετρελάθηκε με τη θάλασσα, σιχάθηκε την άμμο, αλώνισε στον κήπο, έπαιξε με τα νερά και μας ξεθέωσε. Το εξοχικό είναι μια μικρούλα μεζονέτα, δυο δωμάτια πάνω, σαλόνι κουζίνα κάτω, έχει σύνολο τρεις διαφορετικές σκάλες (από την κουζίνα στα δωμάτια, από την κουζίνα στο σαλόνι, από την βεράντα στον κήπο) τις οποίες ο μικρός λατρεύει. Πάνω στις 5 μέρες step παραδώσαμε το πνεύμα και γυρίσαμε ηττημένοι στην Αθήνα. Το διαμέρισμα μας που δεν έχει ίχνος σκάλας κι ο μικρός μπορεί να πηγαίνει από το ένα δωμάτιο στο άλλο μόνος του μας φάνηκε παράδεισος.
Δεύτερη εβδομάδα διακοπών, Ζάκυνθος στα πεθερικά. Πλύσιμο, σιδέρωμα, λίστα, βαλίτσες φόρτωμα και ξανά στο δρόμο. Ο σκιουράκος την πάλεψε παλικαρίσια στην 5 ωρη διαδρομή ως την Κυλλήνη (πως με το παιδί οι 4 ωρες διαδρομές γίνονται 5 ωρες είναι απορίας άξιο), χάζευε τα τούνελ φωνάζοντας «τούελ» μόλις μπαίναμε, «πάει» μόλις βγαίναμε και μετά «κι άλλο….» για να έρθει το επόμενο. Στο πλοίο αλώνισε μέσα, αλώνισε έξω, το ευχαριστήθηκε, έψαχνε τον «τάνιο»(καπετάνιο) έβλεπε τους γλάρους κι έλεγε …. «ντάρι». Μια όαση. Οι 5 μέρες στην Ζάκυνθο πέρασαν εξαιρετικά, ο συνδυασμός έχω κάπου να αφήσω το παιδί όταν θέλω, αλλά μπορώ να το ζουζουνίσω και να το πάω παραλία, μαζί με τη σοφή κίνηση να φέρουμε τους νονούς μαζί για να έχουμε κι εμείς παρέα ήταν εξαιρετικός. Το αποκορύφωμα ένα γλέντι που στήσαν το τελευταίο βράδυ τα πεθερικά όπου δυο γενιές μπεκρήδων, προσπάθησαν μάταια να ξυπνήσουν την τρίτη γενιά- τον σκιου- που κοιμόταν από τις 9 στο μέσα δωμάτιο.
Τις τελευταίες 4 μέρες τις περάσαμε στην Κεφαλλονιά. Περάσαμε με τον σκυλοπνίχτη ανάμεσα στα δυο νησιά- εγώ με φοβερή ναυτία γιατί ο συνδυασμός έχω κοιμηθεί 4 ώρες, έχω γίνει στουπί στο γλέντι και μαζεύω βαλίτσες μωρού στις 7 η ώρα το πρωί δεν είναι ποτέ ιδανικός και φτάσαμε στο όμορφο χωριουδάκι όπου θα παντρευόταν η κολλητή φιλενάδα μου και θα ήμουν και κουμπάρα. Εδώ πια το παιδί έδωσε ρέστα, είχε μαμά μπαμπά όλη μέρα, τους νονούς που λατρεύει και όλους τους κολλητούς μας φίλους που τους ξέρει με το όνομά τους να πιλατεύει. Του πιάσανε τζιτζίκια, τον παίξανε στα γρασίδια, τον θαύμασαν στον γάμο που έμεινε ξύπνιος ως τις…11(ρεκόρ). Εμείς θυμηθήκαμε τα φοιτητικά μας χρόνια με τις χαλαρές παρέες των διακοπών που ξύπναγες κι όλο και κάποιος θα μπορούσε να πάει για μπάνιο μαζί σου, περάσαμε εξαιρετικά και υποσχεθήκαμε στην έγκυο κουμπάρα μου του χρόνου που θα πήζει στο νησί με το μωρό να το ξανακάνουμε.
Ο μικρός έχει μια μικρή γκρίνια τώρα που γυρίσαμε. Κατανοητό, όταν ο παππούς σε έχει αγκαλιά και σου πιάνει τζιτζίκια, όταν βλέπεις τις λατρεμένες σου «μάι» ( γάτες) από κοντά, όταν ο νονός σε χαϊδεύει όλη μέρα και ο μέλλων γαμπρός σου πιάνει…τζιτζίκια 3 ώρες πριν το γάμο του, τότε μάλλον φαντάζουν βαρετοί οι τοίχοι του σπιτιού. Ο απολογισμός μας….
- Τον ρωτάς τι πίνει ο νονός και απαντάει…. Μπία, κασι, και ούζο. «Και πώς γίνεται όταν πίνει;» «Πίτα»!
- «Τί λέει η Λιάνα;» «Μπίι, μπίι» ( μπίρι μπίρι….)
- Έρχεται το γκαρσόνι, ρωτάει «Τί θα πάρετε;» «Πίτστστσα», του απαντάει ο μικρός.
- Τί ήταν η μαμά στο γάμο; «Μπάα» (κουμπάρα)
- «Τί έχεις στην πάνα σου;» «Ζουζούνι», ολόκληρο και με χαμόγελο πονηρό
- «Τί πιάνει ο παππούς» «Τζιτζίκια», πάλι ολόκληρο.
Μετά από όλα αυτά, άμα ξυπνήσει στον ύπνο του παραμιλάει για να ξανακοιμηθεί «νονός», «τζιτζίκια», «ποιο» (πλοίο), «εδομή» (εκδρομή). Ξύπνιος βουτάει το μαγιώ του, το βάζει πάνω από την πάνα του- του κρέμεται σαν ουρά- και φωνάζει θριαμβευτικά «μαγιώωωω» σε όλο το σπίτι. Εμπειρία